21 Φεβρουαρίου 2015

Αποτελέσματα Eυrogroup. Κι όμως το στοίχημα είναι στο «εσωτερικό»..

   Το μεγάλο στοίχημα της Κυβέρνησης δεν είναι στο εξωτερικό –και δεν ήταν ποτέ για καμία Κυβέρνηση μέχρι τώρα- αλλά στο εσωτερικό της χώρας. Η Ελλάδα είναι υπερχρεωμένη και αυτό σημαίνει υποχρεώσεις. Οι κολοτούμπες και τα σκισίματα των μνημονίων είναι όμορφα για εσωτερική κατανάλωση στα media και στις κομματικές ισορροπίες αλλά όχι η πραγματικότητα. Το αποτέλεσμα στο χτεσινό Eurogroup και από τη στιγμή που η επιλογή μας είναι η παραμονή στην Ευρωζώνη, δεν είναι τίποτε άλλο παρά η συνέχιση μας στη «ζωή με μηχανική υποστήριξη». Με τρία όμως θετικά σημεία.
    Το πρώτο αφορά τα άμεσα οικονομικά. Είναι μια ελάφρυνση των στόχων του πλεονάσματος που σημαίνει πρακτικά λίγο περισσότερη ευελιξία στην κοινωνική πολιτική με βάση τα χρήματα που περισσεύουν.  Στο ίδιο μήκος κύματος είναι το πάγωμα των περαιτέρω μειώσεων μισθών και συντάξεων μέχρι το επόμενο τετράμηνο.
   Το δεύτερο είναι η παγκόσμια συζήτηση για την υφεσιακή πολιτική που επιβάλει η Γερμανία ως ηγεμονούσα δύναμη στην Ευρώπη. Παρά τους λαϊκισμούς που δεν αποφεύχθηκαν αλλά και από τις δύο πλευρές, η παγκόσμια ενασχόληση με την Ελλάδα και το αποτέλεσμα αυτής της πολιτικής στο ανθρωπιστικό κομμάτι που πιστώνεται στους Κυβερνητικούς χειρισμούς μπορεί μακροπρόθεσμα να επιφέρει αλλαγές. Όχι προφανώς θεμελιακές, αλλά σίγουρα ουσιώδης. Ανέκαθεν υπήρχαν φωνές –κυρίως από την πέρα του Ατλαντικού όχθη- μόνο που τώρα η συζήτηση μεταφέρθηκε και στον πυρήνα του προβλήματος.
   Το τρίτο και σημαντικότερο ίσως είναι πως η Ελλάδα –και όχι με όρους εσωτερικής κατανάλωσης- διαπραγματεύτηκε μέχρι του τέλος των περιθωρίων της και πρόβαλε αντιστάσεις παίρνοντας αυτό που πραγματικά μπορούσε να πάρει υπό τις υπάρχουσες συνθήκες. Την επόμενη μέρα να είναι λίγο ή ελάχιστα καλύτερη από την προηγούμενη. Κυρίως όμως  να ανακτήσει ή να πάρει την ευκαιρία για να ανακτήσει την χαμένη Ελληνική αξιοπιστία. Αυτή που χάθηκε από το πρώτο Μνημόνιο και μέχρι χτες όταν οι Κυβερνώντες συμφωνούσαν σε μεταρρυθμίσεις και δεσμεύσεις αλλά δεν προχωρούσαν ποτέ σε αυτές με αποτέλεσμα στο τέλος κάθε αξιολόγησης να ψάχνουν και να εφευρίσκουν λύσεις τύπου ΕΜΦΙΑ ή οριζόντιων περικοπών.  
   Στην Κυβέρνηση δόθηκε ο ασφυκτικός χρόνος των τεσσάρων μηνός να αποδείξει πως μπορεί να είναι αξιόπιστη. Να δώσει δείγματα ότι μπορεί να προβεί σε σαρωτικές αλλαγές στα γραφειοκρατικά και πελατειακά καρκινώματα, ότι έχει τη βούληση να μεταρρυθμίσει την απαρχαιωμένη «βολική» δημόσια διοίκηση και να συγκρουστεί με την ανομία έτσι ώστε  να μπορέσει να διαπραγματευθεί -με όρους περαιτέρω αξιοπιστίας που θα έχει κερδίσει, άρα και καλύτερους όσον αφορά την ευελιξία της στο να πραγματοποιήσει το προεκλογικό πρόγραμμα αναχαίτησης της κοινωνικής κρίσης - το αναπόφευκτο τέταρτο μνημόνιο ή όπως αλλιώς θέλει να ονομάσει μιας και ούτε οι αλλαγές φέρνουν αποτελέσματα εν μια νυκτί, ούτε η χρηματοδοτική ανάγκη έχει παύσει.
   Όλα αυτά εκτός από την ευκαιρία, φέρνουν τη μάχη στο πραγματικό μέτωπο που είναι το εσωτερικό. Οι αλλαγές και οι μεταρρυθμίσεις –και δεν αναφέρομαι στις απαιτήσεις των δανειστών αλλά σε αυτές που είναι επιβεβλημένες ώστε να διορθώσουν την ελληνική στρέβλωση- και που μακροπρόθεσμα θα φέρουν μια δικαιότερη κατανομή βαρών και την προοπτική δημιουργίας ενός κράτους που σέβεται τον πολίτη εκτός ότι δεν μπορούν να έχουν άμεσο αποτέλεσμα θα βρουν πολλές αντιδράσεις στο εσωτερικό. Όχι μόνο από τις ομάδες συμφερόντων που θα πρέπει να χάσουν ένα κομμάτι από την κυριαρχία τους αλλά κυρίως από τους ίδιους τους ψηφοφόρους ή τα μέλη του Σύριζα και όχι μόνο. Το πρόβλημα δεν είναι στις αλλαγές αλλά στη νοοτροπία των πολιτών που πρέπει να εφαρμόσουν ή να προσαρμοστούν σε αυτές. 
   Για αυτό και η μεγάλη μάχη με το χρόνο δεν είναι το τετράμηνο της παράτασης με τους έξω, αλλά η ίδια η επόμενη μέρα στο εσωτερικό. Αν η Κυβέρνηση δεν κινηθεί άμεσα τώρα που το Momentum της ανοχής είναι με το μέρος της και εμπλακεί σε μικροκομματικές αξιολογήσεις, κάθε μέρα που περνά θα μετρά αντίστροφα. Έχει τη δύσκολη αλλά μεγάλη της ευκαιρία να μακροημερεύσει. Το αν θα τα καταφέρει ή όχι θα το δείξει η ιστορία που στις μέρες μας τρέχει πολύ γρήγορα. Εμείς οφείλουμε να της ευχηθούμε να τα καταφέρει